Η Μονή Χελανδαρίου είναι κτισμένη σε απόσταση περίπου πέντε χιλιομέτρων από το μικρό λιμάνι της, σε μια καταπράσινη κοιλάδα στη βορειοανατολική πλευρά της χερσονήσου του Άθω. Η προέλευση του ονόματος της Σέρβικης Μονής δεν έχει ιστορικά επιβεβαιωθεί, αλλά, λόγω του καμπυλωτού σχήματος της Μονής, μπορεί να είναι μια αναφορά στα “Χελάνδια”, τα Βυζαντινά πολεμικά πλοία. Πιο πιθανό είναι ότι η Χελανδαρίου πήρε το όνομα της από τον ερημίτη Γρηγόριο Χελανδάρη, έναν πασίγνωστο αγιορείτη μοναχό ο οποίος εικάζεται ότι γύρω στα 980 έκτισε μια μικρή εκκλησία και ένα σπίτι για τον εαυτό του και μερικούς άλλους μοναχούς, στο μέρος που βρίσκεται η Μονή σήμερα.
Ως κτήτορες της Μονής στη σημερινή της μορφή τιμούνται οι Σέρβοι πρίγκηπες Ράστκο και ο πατέρας του Στέφανος Νεμάνια, ηγεμόνας της Σερβίας. Τό 1191 ο Ράστκο, διάδοχος του θρόνου, πήγε στον Άθω παρά τις αντιρρήσεις των γονέων του, και με το όνομα Σάββας έγινε μοναχός στη Ρωσική Μονή του Θεσσαλονικέως, η οποία σήμερα είναι εντελώς κατεστραμμένη. Λίγα χρόνια αργότερα, όταν ζούσε στη Μονή Βατοπαιδίου, έπεισε τον πατέρα του να παραιτηθεί από το θρόνο και να αφιερώσει τη ζωή του στο Θεό. Ο Στέφανος ακολούθησε τη συμβουλή του γιου του και ως αγιορείτης μοναχός με το όνομα Συμεών, ζήτησε την άδεια του βυζαντινού αυτοκράτορα Αλέξιου Γ, συζύγου της κόρης του, να ιδρύσει Μονή. Ο αυτοκράτορας επικύρωσε την ίδρυση της Μονής μ’ ένα χρυσόβουλο και μ’ ένα δεύτερο έγγραφο τον ίδιο χρόνο, ενδυνάμωσε το διάταγμα του παραχωρώντας τη Μονή στους Σέρβους ως “δώρον αιώνιον”. Ο αδελφός του Σάββα, Στέφανος Β’, που το 1217 ανακηρύχθηκε βασιλιάς της Σερβίας από τον πάπα, πρόσφερε γενναιόδωρα επιχορηγήσεις για την ανοικοδόμηση της Μονής και της παραχώρησε ειδικά προνόμια. Σχεδόν έναν αιώνα αργότερα, ένας άλλος Σέρβος ηγεμόνας, ο βασιλιάς Στέφανος Ε’ Μιλιούτιν, πρόσφερε στη Μονή πολύ σημαντικούς πόρους. Στην περίοδο 1293-1303, ανακαινίστηκε το Καθολικό και έγινε πιό μεγαλοπρεπές, όπως μαρτυρεί ένα αντίγραφο μιας παλιάς επιγραφής στο τοίχο του ναού. Η στενή σχέση μεταξύ του Σέρβικου κράτους και της Μονής Χελανδαρίου άσκησε τόσο μεγάλη επιρροή στον αρχιτεκτονικό τύπο των εκκλησιών της χώρας ώστε συχνά, ακόμη και στα κατοπινά χρόνια, οι εκκλησίες κτίζονταν στα πρότυπα του Καθολικού της Μονής Χελανδαρίου.
Η πνευματική και θρησκευτική σπουδαιότητα της Μονής για το Σερβικό κράτος συνεχίζεται αμείωτη μέχρι σήμερα. Για αιώνες, πολλοί επίσκοποι της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας προήλθαν από τη μοναστική κοινότητα της Μονής Χελανδαρίου. Μέχρι τα μέσα του 16ου αιώνα, άνθησε στη Μονή μια σχολή Σερβικής λογοτεχνίας η οποία όμως, αργότερα στον 16ο και 17ο αιώνα, άρχισε να παρακμάζει. Σχεδόν ολόκληρη η Μονή καταστράφηκε από πυρκαγιά το 1722 και μόνο οι δυνατοί τοίχοι του πύργου άντεξαν τη μανία της φωτιάς. Η εισροή δόκιμων μοναχών σταμάτησε από την Μολδαβία και τη Βλαχία. (Ένα μεγάλο μέρος των θησαυρών της Μονής διασώθηκαν επειδή είχαν αποθηκευτεί στον πύργο του Αγίου Σάββα.
Ο βασιλιάς της Σερβίας Αλέξανδρος Α’ ήταν μεγάλος δωρητής και προστάτης του Σέρβικου μοναχισμού στον Άθω. Όταν επισκέφτηκε το Άγιον Όρος, είδε τα ερείπια της Μονής, που είχε καταστραφεί πριν πέντε μόλις χρόνια, και είχε συναντήσει μόνο μοναχούς που μιλούσαν βουλγαρικά. Όταν επέστρεψε στην πατρίδα του, ανέλαβε την ανακαίνιση των κτιρίων και έστειλε διαπρεπείς μοναχούς από τη Σερβία για να φροντίσουν την πνευματική αναγέννηση της Μονής, η οποία ανθεί μέχρι τις μέρες μας. Τότε πήρε η Μονή και τη μορφή, γενικά, που έχει σήμερα: ένα συνονθύλευμα αμέτρητων κτιρίων που οικοδομήθηκαν φυσικά σε διάφορες εποχές. Παρ’ όλα αυτά – ή μάλλον ακριβώς γι’ αυτό – η ποικιλία των κτιρίων δίνει μια ευχάριστη αίσθηση ενότητας και αρχιτεκτονικής τελειότητας. Το 1913 ο Πρωτεπιστάτης με εντολή της Μονής Χελανδαρίου, πρόσφερε πολλά στον ελληνικό αγώνα για την ελευθερία και την ενσωμάτωση του Αγίου Όρους στο ελληνικό κράτος. Η Θεοτόκος τιμάται ως Ηγουμένη από την εποχή που οι μοναχοί προσπάθησαν να τοποθετήσουν την εικόνα της Παναγίας Τριχερούσσας στο τέμπλο του Καθολικού, και η εικόνα εξαφανιζόταν και επανεμφανιζόταν στο θρόνο του ηγουμένου. Το θαύμα συνέβη τρείς φορές και οι μοναχοί το δέχτηκαν με πίστη και ευλάβεια παραχωρώντας στην Ήγουμένη” τους τη θέση που ζητούσε.
Οι τοιχογραφίες του Καθολικού, οι οποίες σύμφωνα με μια πρόταση αγιογραφήθηκαν το 1319 ή 1320, δηλαδή στην εποχή του κτίτορα Μιλιούτιν, επιζωγραφίστηκαν το 1803. Οι παλιές όμως Βυζαντινές τοιχογραφίες φαίνονται καθαρά ακόμη και σήμερα κάτω από τα στρώματα των χρωμάτων που προστέθηκαν αργότερα. Πίσω από το θρόνο του ηγουμένου βρίσκεται ο τάφος του Αγίου Συμεών, ο οποίος έζησε στη Μονή μέχρι το θάνατο του, ενώ ο γιός του, Άγιος Σάββας, αργότερα χειροτονήθηκε αρχιεπίσκοπος και εγκατέλειψε το Άγιον Όρος. Μια μέρα από τον τάφο του Συμεών ξεφύτρωσε μια κληματαριά που καρποφορεί μέχρι σήμερα, και λέγεται ότι θεραπεύει στείρες γυναίκες. Ακόμη και στις μέρες μας, πολλές γυναίκες ζητούν από τους μοναχούς αποξηραμένα σταφύλια απ’ αυτή την κληματαριά.
Στην παλιά Τράπεζα, έχουν διατηρηθεί τοιχογραφίες από το 1629, που επικαλύπτουν όμως παλιότερες του 14ου αιώνα. Η βιβλιοθήκη περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό χειρογράφων, πάνω από 400 σφραγίδες και έγγραφα, μεταξύ των οποίων βρίσκονται χρυσόβουλα Βυζαντινών αυτοκρατόρων, και επίσης μια τεράστια και σημαντική συλλογή βιβλίων της Σερβικής λογοτεχνίας των περασμένων αιώνων. Παραδόξως, όλα αυτά διατηρήθηκαν παρά τις πειρατικές επιδρομές. Εκτός από τις 47 περγαμηνές, μεταξύ των 181 ελληνικών και 809 σλαβικών κωδίκων, υπάρχουν επτά ελληνικά και πέντε σλαβικά πολύ παλιά ειλητάρια.
Μεταξύ των πολύτιμων κειμηλίων και αναθημάτων υπάρχουν πέντε πολύτιμες πέτρες με χαρακτικά της Παρθένου, του Χριστού και του Αγίου Δημητρίου, του 12ου αιώνα, και σκαλιστοί ξύλινοι σταυροί που περιέχουν κομμάτια του Τιμίου Σταυρού. Άλλα ανεκτίμητα κειμήλια είναι το σάβανο του Χριστού και κομμάτια από το ακάνθινο στεφάνι. Πολλά από τα κειμήλια, τις εικόνες και τα πολύτιμα άμφια, δωρήθηκαν από Σέρβους βασιλείς και Ρώσους τσάρους. Η Ιερά Μονή Χελανδαρίου είναι αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου που τιμούνται στις 21 Νοεμβρίου.
Δεκατρία παρεκκλήσια, τα περισσότερα με μεγαλοπρεπείς τοιχογραφίες – όπως το παρεκκλήσι του κήπου και το οστεοφυλάκιο του νεκροταφείου – ανήκουν στη Μονή Χελανδαρίου. Πριν μερικά χρόνια, σ’ ένα κελί της Μονής, ανακαλύφθηκαν εξαιρετικές τοιχογραφίες.