Για να αποφύγουν τον “εγκόσμιο και θορυβώδη” βίο των μοναστηριών, ήδη από τα πολύ” πρώιμα χρόνια, πολλοί ερημίτες αποσύρθηκαν στην απομόνωση των ησυχαστηρίων και ασκητηρίων. Στη περιοχή των Καρουλιών που είναι επίσης γνωστή ως “Κάθετη Έρημος”, γιατί το τοπίο είναι πολύ” σκληρό και οι απότομοι βράχοι φτάνουν στη θάλασσα, ζουν οι αναχωρητές, βυθισμένοι στην περισυλλογή και προσευχή. Έχουν αποκηρύξει εντελώς τα εγκόσμια και προσεύχονται με αγρυπνίες και νηστείες. Το πνεύμα τους είναι εκπαιδευμένο μετά από μακρά και επίπονη πειθαρχία, με πνευματική συγκέντρωση και προσευχή, ώστε να κατορθώσει να φθάσει κοντά στο Θεό και να αντικρύσει το “θαβώρειο φως”, το “άκτιστο φως”, να προσεγγίσει την ανώτατη βαθμίδα της ψυχοσωτήριας κλίμακας προς τα ουράνια, όπως την έχει περιγράψει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος (569-649).
Η νηστεία και η σκληρή πειθαρχία ήταν μόνο τα πρώτα στάδια. Άλλοι αναχωρητές περνούσαν όλη τους τη ζωή δεμένοι πάνω από φοβερά χάσματα εκατοντάδες μέτρα κάτω από τα πόδια τους. Τύλιγαν ένα σχοινί γύρω απ” το σώμα τους, το έδεναν σ’ ένα κορμό και από το χείλος του γκρεμού έγερναν προς τα κάτω. Οι ερημίτες ζουν ακόμη και σήμερα όπως πριν από χιλιάδες χρόνια, σε σπηλιές ή σε πρωτόγονες καλύβες. Τα εξασθενημένα σώματα τους χρειάζονται, πλέον ελάχιστη τροφή και νερό, το οποίο ίσως βρουν σε κάποιο βαθούλωμα τω\ βράχων. Και όταν κάποια μέρα οι ψυχές τους αναχωρήσουν από το πανάλαφρο σώμα τους, τα εγκόσμια απομεινάρια τους μένουν εκεί μέχρι κάποιος άλλος μοναχός που αναζητά την Ιερή Ησυχία τα βρει και με σεβασμό τα φυλάξει σε μια γωνιά της ασκητικής του κατοικίας μέχρι και αυτός να ολοκληρώσει το ταξίδι του προς το Θεό.